«Μα δεν πήρες είδηση τίποτα;» «Όχι, Φάρμουρ,τίποτα.»
Η
Κωνσταντίνα, όταν μετακόμισε με τους γονείς της στη Γερμανία, ήταν τόσο
ευτυχισμένη με την καινούρια της ζωή, που ποτέ δεν της πέρασε από τον
νου πως μια μέρα θα άλλαζαν όλα. Καταπληκτικό σχολείο, νέοι φίλοι,
βόλτες και ζεστή σοκολάτα τα απογεύματα με τον μπαμπά, παγοδρόμιο. Ώσπου
μια μέρα της το ανακοίνωσαν: οι γονείς της θα χώριζαν τελεσίδικα και
ήταν καλό γι’ αυτήν να επέστρεφε στην Ελλάδα όπου θα έμενε για λίγο
καιρό με τη γιαγιά της, τη Φάρμουρ. Όχι, δεν ήταν αυτό το πραγματικό
όνομα της κυρίας Ισμήνης: Φάρμουρ, τη φώναζε η Κωνσταντίνα στα σουηδικά.Μα
πώς γκρεμίστηκαν όλα; Χωρίς δικό της μεγάλο χώρο, χωρίς πουπουλένιο
πάπλωμα, χωρίς δικό της γραφείο, χωρίς κλειδιά δεν μπορεί να αντέξει
άλλο την γκρίνια της γιαγιάς της και έχει βαρεθεί να ακούει ξανά και
ξανά τις ιστορίες που της διηγείται μαζί με τις τρεις αχώριστες φίλες
της για την Κατοχή και την Αντίσταση. Εκείνη ποιος θα την καταλάβει;Ας
είναι καλά ο Λουμίνης, ένα μεγαλύτερο αγόρι από το νέο της σχολείο, και
το θαυματουργό γαλάζιο χαπάκι που την κάνει να τα ξεχνάει όλα και να
μην τη νοιάζει τίποτα: ούτε ο χωρισμός των γονιών της και οι καινούριες
τους οικογένειες ούτε η δύσκολη συμβίωση με τη γιαγιά της. Και μετά όμως
τι; Ακόμα ένα χαπάκι κι άλλο ένα κι άλλο ένα… και η Κωνσταντίνα μια στα
ουράνια και μια στον γκρεμό, στο δικό της σύμπαν όπου κυριαρχεί το
ψέμα, παγιδευμένη στις αράχνες της να παλεύει με χέρια και με πόδια να
ξεμπλεχτεί και να μην μπορεί. Ή μήπως μπορεί;
Η γνώμη μας :
Η «Κωνσταντίνα και
οι αράχνες της» είναι ένα σύγχρονο και εξαιρετικά ισορροπημένο κοινωνικό
μυθιστόρημα, με πρωταγωνίστρια μια δεκατριάχρονη που δοκιμάζεται σ' ένα
οδυνηρό ταξίδι αυτογνωσίας, όταν καλείται να μπει στο πετσί των σοβαρών
οικογενειακών και προσωπικών της προβλημάτων.Παιδί ελλήνων δασκάλων, που ζουν και εργάζονται στη Γερμανία, η
Κωνσταντίνα λατρεύει το σχολείο στο Ααχεν και χαίρεται και την παραμικρή
στιγμή της καθημερινότητάς της. Τα πράγματα, ωστόσο, στη σχέση των
γονιών της δεν πάνε καλά και σύντομα έρχονται ο χωρισμός κι ένας
καινούριος συζυγικός βίος για τον καθένα. Το κορίτσι υποχρεώνεται, έτσι,
να επιστρέψει στην Αθήνα και να συγκατοικήσει με τη γιαγιά του, η οποία
το μόνο που κάνει είναι να το μπουκώνει με αφηγήσεις για το έπος της
Αριστεράς, στην Αντίσταση και στον Εμφύλιο.Μακριά από τη μάνα της και τον πατέρα της και με μια αυταρχική και
εντελώς αδιάφορη γιαγιά, η Κωνσταντίνα θα πέσει πάνω στον πειρασμό των
ναρκωτικών και συνειδητά (με όση συνείδηση συμβαίνουν αυτά) δεν θα τον
αποφύγει: λίγες, έστω, ώρες ευδιαθεσίας και αυτοπεποίθησης είναι
προτιμότερες από τη μόνιμη, απαρασάλευτη εικόνα ενός διαλυμένου σπιτικού
και μιας μοναχικής, βυθισμένης στην απραξία, ζωής. Κι όταν η ιστορία με
τα ναρκωτικά ανεβαίνει στην επιφάνεια, και η γιαγιά κατεβαίνει (θέλει
δεν θέλει) από τον ιδεοληπτικό της τροχό, η Κωνσταντίνα μοιάζει
επιτέλους να γλιτώνει τον κίνδυνο: μαθαίνοντας, ωστόσο, όχι να
παρακάμπτει, αλλά να αντιμετωπίζει κατάματα τις δυσκολίες της.Εστιάζοντας, αποκλειστικά, στον λόγο του δεκατριάχρονου κοριτσιού την
αφήγησή της, η Ζέη κατορθώνει να εκτείνει την εμβέλειά της πολύ πέραν
των όσων είναι το ίδιο σε θέση να γνωρίζει. Και τούτο, χάρη στον
προσεκτικά οργανωμένο σχεδιασμό της δράσης, αλλά και στη βήμα προς βήμα
ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των ηρώων. Κι ας προσθέσω εδώ πως ενώ το
βιβλίο δεν κρύβει τον παιδαγωγικό του χαρακτήρα (προσπάθεια εντοπισμού
και υπέρβασης ενός κοινωνικού ζητήματος), κανένα ίχνος
διδακτισμού και χρηστομάθειας δεν επιβαρύνει τον κόσμο του. Με ζωηρά
αφηγηματικά πρόσωπα, δόσεις χιούμορ και πλήρη
οικονομία δυνάμεων, η Ζέη δημιουργεί ένα ολοκληρωμένο μυθιστόρημα.
1 σχόλιο:
Είναι υπέροχο βιβλίο, και αφήνει ένα πολύ ωραίο και αισιόδοξο μήνυμα...!
Δημοσίευση σχολίου